Βάλε ένα πέντε κι ας πεθάνω!
Οι μέρες μετρούν αντίστροφα για το μεγαλύτερο event της πανελλήνιας φοιτητικής κοινότητας, (την εξεταστική βεβαίως βεβαίως) και ο Κώστας Κουτσαυλής αποφάσισε να γράψει δυο λόγια για το γεγονός αφού πρώτα έκλαψε γοερά πάνω στα (αδιάβαστα) συγγράμματά του.
Συντάκτης: Κώστας Κουτσαυλής 12/1/2016 2:00 πμ
Καλή χρονιά σας και όλα τα συναφή, τα έχουμε πει δε χρειάζεται να αναλωθούμε στις ευχές, ελπίζω οι σαλάτες σας να είναι αρκετά γευστικές, ω εσείς, παχύδερμα των Χριστουγέννων, γιατί η δικιά μου δεν πάει ούτε με σπρώξιμο κάτω. Ας είναι. Η αλήθεια είναι πως σκόπευα να κάνω το ποδαρικό μου γράφοντας κάτι διαφορετικό αλλά με πρόλαβαν τα γεγονότα...
Ρουφώντας λοιπόν για πολλοστή φορά την κοιλιά μου μπροστά στον καθρέπτη, αφού προηγουμένως συνευρισκόμουν... ερωτικά με τον κατάλογο του ψητοπωλείου ''Ο Παρνασσός'', ψιθυρίζοντας του «Θα ξαναβρεθούμε κάποτε αγάπη μου, μην κλαις» έφαγα μια από τις μεγαλύτερες φλασιές της ζωής μου. Το φοιτητικό-βιολογικό μου ρολόι για άλλη μια φορά λειτούργησε στο «παρά δέκα», υπενθυμίζοντάς μου πως έρχεται σιγά σιγά αυτή η καταραμένη περίοδος, στην οποία, η ζωή σου υπενθυμίζει πως, όταν δεν γουστάρεις πραγματικά αυτό που κάνεις, όλα γίνονται επι ματαίω.
Κυρίες και κύριοι, συνάδελφοι και συναδέλφισσες, εξεταστική «ante portas» και επειδή κανείς δεν πρέπει να περνάει αυτό το βάσανο μόνος του, αλλά και επειδή ουδείς αλάνθαστος, η προσωπική εμπειρία μου, μαζί με αρκετών πρώην και νυν συμπαθούντων, συγκεντρώνει και καταγράφει τα πράγματα όπως θα έπρεπε να είναι, ώστε για να τελειώνουμε όλοι μια ώρα αρχύτερα από κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα που μας τρώει τα λυσσακά, σε αντιπαραβολή με το πως πραγματικά γίνεται (στις περισσότερες των περιπτώσεων).
Η προετοιμασία
Έχεις μαζέψει τα βιβλιαράκια σου, έχεις τις σημειωσούλες σου τακτοποιημένες στη βιβλιοθήκη σου και όταν έρχεται η ώρα τις βγάζεις μια μια και με σύστημα, αφιερώνεις μια, άντε το πολύ δυο ώρες της ημέρας σου διαβάζοντάς τες και είσαι κύριος. Άνετος. Μάγκας. Δεν μπορεί να σου πει κανείς τίποτα όταν έχεις κάνει μια τίμια προσπάθεια όλο το εξάμηνο, έχοντας συμμαζέψει την προσωπική σου γκάμα με τα sos, τα προηγούμενα θέματα και όλα τα συναφή. Το μόνο που μένει είναι να έχεις διάθεση ώστε να βγάλεις εις πέρας την αποστολή σου, αλλά την έχεις ήδη στο τσεπάκι σου γιατί ξέρεις εκ προοιμίου σε ποια κεφάλαια να δώσεις προσοχή, οπότε όλες σου οι ενέργειες είναι στοχευμένες.
αλλά...
«Ρε μαλ... ξέρεις τι στο διάολο βάζει αυτός», «Ωχ, αυτό το ντοσιέ είχε τις σημειώσεις μέσα;...», «Έλα ο τάδε είμαι, πότε μπορείς να έρθεις να πιούμε καφέ να μου φέρεις τα sos»... Αυτές οι φράσεις έχουν καταντήσει κλασικές πλέον. Η τελευταία στιγμή γίνεται φιλενάδα καρδιακιά σου καθώς εσύ από το κωλοβάρεμα και την ανοργανωσιά δεν ξέρεις που βρίσκεσαι. Ξαφνικά, σε πιάνει μια μανία να καθαρίσεις τα ντουλάπια και τη βιβλιοθήκη σου γιατί όλο και κάποια σελίδα από σημειώσεις ή ασκήσεις θα βρεθεί. Το τηλέφωνό σου καλεί συνεχώς τον αριθμό του «φυτού» του αμφιθεάτρου, το οποίο όμως είναι κλειστό γιατί είτε σε έπιασε ο πόνος στις 3 το πρωί είτε δε θέλει να σου μιλήσει καθώς τον θυμάσαι σε κάθε εξεταστική. Απελπισμένος, ανοίγεις το βιβλίο σου, που στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πιο παρθένο από τα δάση της Ηπείρου... Καλησπέρα και καλή βραδιά!
Η νύχτα πριν το πρώτο μάθημα
Έχεις κάνει όλα τα απαραίτητα για να προετοιμαστείς κατάλληλα. Έχεις διαβάσει, έχεις κάνει επανάληψη δις, τρις και τετράκις και αισθάνεσαι πιο σίγουρος και από την κοπέλα στη διαφήμιση της Always, η οποία περπατάει και πετάει. Έχει πάει η ώρα μια το βράδυ και εσύ καληνυχτίζεις τον/την συγκάτοικο, το αμόρε σου τηλεφωνικώς και ετοιμάζεσαι να πάρεις έναν επτάωρο γεμάτο ύπνο, ώστε να ξυπνήσεις φρέσκος στις 07:30. Όλα είναι όμορφα πια. Είναι τόσο όμορφα που ενώ ο Μορφέας σιγά σιγά σε αγκαλιάζει, εσύ σκέφτεσαι και ονειρεύεσαι την ηρεμία σου και όλα αυτά που θα κάνεις όταν τελειώσουν οι 15-20 μέρες του μαρτυρίου
στον αντίποδα όμως...
Το γραφείο σου θυμίζει θέρετρο βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ. Έχει ένα λάπτοπ ανοιχτό, από το οποίο αχνοφαίνεται η οθόνη μόνο, διότι γύρω τριγύρω υπάρχουν χαρτιά, χαρτιά, χαρτιά και... χαρτιά. Α ναι, στη γωνία του υπάρχουν σε σειρά, όλες οι πιθανές εκδοχές του καφέ, μαζί με ένα γεμάτο τασάκι. Καφές τελειωμένος από το μεσημέρι σε πλαστικό, καφές δεύτερος, ετοιμασμένος στην αγαπημένη σου κούπα, κανά δυο τσαλακωμένα κουτάκια χυμών, με τελευταία προσθήκη την ενισχυμένη (5-0 αναλογία καφέ/ζάχαρης), κακοχτυπημένη και συνοδευόμενη με 3-4 παγάκια, εκδοχή φραπέ, την οποία εσύ ονομάζεις ''το ρόφημα του Ρόκυ Μπαλμπόα''. Στα ακουστικά σου παίζει ανελέητα playlist από τα κλαμπάκια της Ίμπιζα για να σε κρατά στην τσίτα. Εσύ απλά κάνεις ανελέητες σημειώσεις, ή και σκονάκια, κοιτάζοντας ανά δέκα λεπτά την ώρα. «Σε 7 ώρες γράφω, σιγά, παιχνιδάκι όλα, θα τους σκίσω να 'ουμ»... Το μεγαλύτερο ψέμα. Και συ το μεγαλύτερο κορόιδο.
Το πρωινό ξύπνημα
Το ξυπνητήρι σου χτυπά στους ήχους του «Beautiful Day» των U2. Ο Bono δεν σε ενοχλεί, ίσα ίσα σε βοηθά να ξυπνήσεις στην ώρα σου και με την πρώτη. Σηκώνεσαι, ετοιμάζεσαι, ρίχνεις μια τελευταία ματιά στις σημειώσεις τις οποίες πάνω κάτω θυμάσαι απ' έξω και ξεκινάς από το σπίτι έχοντας εφοδιαστεί με όλα τα απαραίτητα. Κλειδιά, κινητό, λεφτά, πάσο και ένα στυλό... Φτάνεις στη σχολή, χαμογελαστός, κρατώντας τον καφέ στο χέρι. Χαιρετάς σαν βλαχοδήμαρχος όλους τους συμφοιτητές σου, ενώ περπατάς με έναν Ναπολεόντειο αέρα δίπλα τους. «Τα γατάκια...» σκέφτεσαι, καθώς πηγαίνεις να πιάσεις την καλύτερη θέση στο αμφιθέατρο...
έτσι θα έπρεπε να γινόταν τουλάχιστον...
Σε έχει πιάσει η μέση σου και σε χτυπάει αλύπητα η «ουρά» σου. Αυτό καταλαβαίνεις όταν ανοίγεις τα μάτια σου συνειδητοποιώντας πως έχεις κοιμηθεί στην καρέκλα σου έχοντας για μαξιλάρι το βιβλίο του Δικαίου στη σελίδα που σταμάτησες να προσέχεις πριν σε πάρει ο ύπνος. Από την ζαλάδα δεν παίρνεις πρέφα πως έχεις μείνει στην 48 σελίδα, ενώ σου μένουν άλλες 150 για να τελειώσεις την ύλη. Κοιτάς το ρολόι, ξεστομίζοντας το χειρότερο... «καντήλι» που έχει ακουστεί ποτέ στην ιστορία ενώ λίγα δευτερόλεπτα αργότερα αναδεικνύεις τα ταλέντα σου στην ακροβασία. Το ένα χέρι σου προσπαθεί να σε ντύσει, ενώ με το άλλο βουρτσίζεις τα δόντια σου. Πλένεσαι, αλλά η κακοποιημένη από το ξενύχτι μούρη σου, μαρτυρά πως έχει φάει τουλάχιστον ξύλο από δέκα άτομα. Φεύγεις βιαστικά από το σπίτι ξεχνώντας κλασικά το στυλό σου. Στη σχολή φτάνεις κακήν κακώς, σπρώχνοντας στη στάση του λεωφορείου τον κόσμο για να περάσεις. Ο καφές που έχεις στο χέρι σου αποτελεί παρελθόν γιατί τον έχεις ρουφήξει ήδη από πριν σε τρεις κινήσεις. Μπαίνεις τρομαγμένος στο αμφιθέατρο και δεν χαιρετάς κανέναν, απλά κάθεσαι πίσω περιμένοντας τον καθηγητή να σε ξυπνήσει με τη φωνή του...
Η έξοδος
Έχεις τελειώσει σχετικά γρήγορα, αλλά όχι από τους πρώτους. Με το που βγαίνεις από το αμφιθέατρο, το λαμπερό σου χαμόγελο συγκεντρώνει όλα τα βλέμματα και ευθύς όλος ο περίγυρος μαζεύεται γύρω σου ρωτώντας σε ακατάπαυστα «Πως τα πήγες». Εσένα αυτό δε σε ενοχλεί διόλου και με ύφος τηλεοπτικού σταρ, απαντάς με περισσή αυτοπεποίθηση σαν να δίνεις συνέντευξη. Όταν ικανοποιήσεις και τον τελευταίο... δημοσιογράφο, παίρνεις τηλέφωνο τους δικούς σου, τους λες ένα απλό «Μάνα, πατέρα, σκίσαμε» και πηγαίνεις σπίτι να χαλαρώσεις και να φτιάξεις κάτι πρόχειρο να φας, ώστε να ξεκινήσεις την προετοιμασία για το δεύτερο μάθημα. Ευκολάκι θα είναι και αυτό...
στην άλλη πλευρά...
Βγαίνεις με ύφος «Τάκη Τσουκαλά». Το «άντε γειά» είναι ζωγραφισμένο στο πρόσωπό σου. Επειδή έχεις άγνοια κινδύνου στήνεις αυτί να ακούσεις τον αριστούχο του έτους σου να δίνει τις απαντήσεις παραδίπλα, αλλά μετά από 6 δευτερόλεπτα απομακρύνεσαι γιατί εντοπίζεις πως στο πρώτο θέμα τα έκανες όλα μαντάρα. Βγάζεις από το πακέτο ένα τσιγάρο αλλά δεν προλαβαίνεις να το ανάψεις γιατί παράλληλα κλείνεις για 12η φορά το τηλέφωνο στη μάνα σου, την οποία κρατάς σε αναμμένα κάρβουνα από το πρωί. Βλέπεις εκείνη δεν ξέρει καν αν ξύπνησες για να πας να δώσεις. Συναντάς δυο φιλαράκια σου και κλαίτε μαζί... Για κανά πεντάλεπτο, μέχρι να δώσετε όρκο πως θα τα πάτε καλύτερα στη συνέχεια. Πριν απομακρυνθείς από τη σχολή, οδεύοντας προς την καφετέρια για χαλαρό καφεδάκι και για ψηστήρι στη Σούλα από το πρώτο έτος, θυμάσαι πως πρέπει να επιστρέψεις το στυλό στον κακομοίρη που σου τον δάνεισε μέσα στο αμφιθέατρο. Ναι αυτόν που έρχεται σαν βλάκας με ολόκληρη κασετίνα. Στέλνεις SMS στους δικούς σου λέγοντας ''Ευκολάκι, το χουμε'', βάζεις το κινητό στο αθόρυβο και συνεχίζεις τη μέρα σου...
Όλοι όσοι έχουμε θητεύσει η θητεύουμε σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα έχουμε βρεθεί υπό το καθεστώς και των δυο περιπτώσεων. Συνήθως, ο «σταρχιδισμός» εντοπίζεται κυρίως στα πρώτα δύο, άντε τρία έτη, μέχρι να βαρεθούμε την ιδια μας τη ζωή, δίνοντας και ξαναδίνοντας τα ίδια μαθήματα. Όπως και να έχει, η εξεταστική είναι μια εμπειρία όπως ο στρατός. Ο καθένας μας έχει από ένα (η πολλά) ευτράπελα να διηγηθεί και τα καμώματά του θα του μείνουν χαραγμένα στη μνήμη του...
Καλή εξεταστική σε όσους γράφουν και να είστε όλοι καλά αδέρφια. Και να θυμάστε. Το Σεπτέμβρη, πολλοί εμίσησαν, το πεντάρι ουδείς!
Ρουφώντας λοιπόν για πολλοστή φορά την κοιλιά μου μπροστά στον καθρέπτη, αφού προηγουμένως συνευρισκόμουν... ερωτικά με τον κατάλογο του ψητοπωλείου ''Ο Παρνασσός'', ψιθυρίζοντας του «Θα ξαναβρεθούμε κάποτε αγάπη μου, μην κλαις» έφαγα μια από τις μεγαλύτερες φλασιές της ζωής μου. Το φοιτητικό-βιολογικό μου ρολόι για άλλη μια φορά λειτούργησε στο «παρά δέκα», υπενθυμίζοντάς μου πως έρχεται σιγά σιγά αυτή η καταραμένη περίοδος, στην οποία, η ζωή σου υπενθυμίζει πως, όταν δεν γουστάρεις πραγματικά αυτό που κάνεις, όλα γίνονται επι ματαίω.
Κυρίες και κύριοι, συνάδελφοι και συναδέλφισσες, εξεταστική «ante portas» και επειδή κανείς δεν πρέπει να περνάει αυτό το βάσανο μόνος του, αλλά και επειδή ουδείς αλάνθαστος, η προσωπική εμπειρία μου, μαζί με αρκετών πρώην και νυν συμπαθούντων, συγκεντρώνει και καταγράφει τα πράγματα όπως θα έπρεπε να είναι, ώστε για να τελειώνουμε όλοι μια ώρα αρχύτερα από κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα που μας τρώει τα λυσσακά, σε αντιπαραβολή με το πως πραγματικά γίνεται (στις περισσότερες των περιπτώσεων).
Η προετοιμασία
Έχεις μαζέψει τα βιβλιαράκια σου, έχεις τις σημειωσούλες σου τακτοποιημένες στη βιβλιοθήκη σου και όταν έρχεται η ώρα τις βγάζεις μια μια και με σύστημα, αφιερώνεις μια, άντε το πολύ δυο ώρες της ημέρας σου διαβάζοντάς τες και είσαι κύριος. Άνετος. Μάγκας. Δεν μπορεί να σου πει κανείς τίποτα όταν έχεις κάνει μια τίμια προσπάθεια όλο το εξάμηνο, έχοντας συμμαζέψει την προσωπική σου γκάμα με τα sos, τα προηγούμενα θέματα και όλα τα συναφή. Το μόνο που μένει είναι να έχεις διάθεση ώστε να βγάλεις εις πέρας την αποστολή σου, αλλά την έχεις ήδη στο τσεπάκι σου γιατί ξέρεις εκ προοιμίου σε ποια κεφάλαια να δώσεις προσοχή, οπότε όλες σου οι ενέργειες είναι στοχευμένες.
αλλά...
«Ρε μαλ... ξέρεις τι στο διάολο βάζει αυτός», «Ωχ, αυτό το ντοσιέ είχε τις σημειώσεις μέσα;...», «Έλα ο τάδε είμαι, πότε μπορείς να έρθεις να πιούμε καφέ να μου φέρεις τα sos»... Αυτές οι φράσεις έχουν καταντήσει κλασικές πλέον. Η τελευταία στιγμή γίνεται φιλενάδα καρδιακιά σου καθώς εσύ από το κωλοβάρεμα και την ανοργανωσιά δεν ξέρεις που βρίσκεσαι. Ξαφνικά, σε πιάνει μια μανία να καθαρίσεις τα ντουλάπια και τη βιβλιοθήκη σου γιατί όλο και κάποια σελίδα από σημειώσεις ή ασκήσεις θα βρεθεί. Το τηλέφωνό σου καλεί συνεχώς τον αριθμό του «φυτού» του αμφιθεάτρου, το οποίο όμως είναι κλειστό γιατί είτε σε έπιασε ο πόνος στις 3 το πρωί είτε δε θέλει να σου μιλήσει καθώς τον θυμάσαι σε κάθε εξεταστική. Απελπισμένος, ανοίγεις το βιβλίο σου, που στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πιο παρθένο από τα δάση της Ηπείρου... Καλησπέρα και καλή βραδιά!
Η νύχτα πριν το πρώτο μάθημα
Έχεις κάνει όλα τα απαραίτητα για να προετοιμαστείς κατάλληλα. Έχεις διαβάσει, έχεις κάνει επανάληψη δις, τρις και τετράκις και αισθάνεσαι πιο σίγουρος και από την κοπέλα στη διαφήμιση της Always, η οποία περπατάει και πετάει. Έχει πάει η ώρα μια το βράδυ και εσύ καληνυχτίζεις τον/την συγκάτοικο, το αμόρε σου τηλεφωνικώς και ετοιμάζεσαι να πάρεις έναν επτάωρο γεμάτο ύπνο, ώστε να ξυπνήσεις φρέσκος στις 07:30. Όλα είναι όμορφα πια. Είναι τόσο όμορφα που ενώ ο Μορφέας σιγά σιγά σε αγκαλιάζει, εσύ σκέφτεσαι και ονειρεύεσαι την ηρεμία σου και όλα αυτά που θα κάνεις όταν τελειώσουν οι 15-20 μέρες του μαρτυρίου
στον αντίποδα όμως...
Το γραφείο σου θυμίζει θέρετρο βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ. Έχει ένα λάπτοπ ανοιχτό, από το οποίο αχνοφαίνεται η οθόνη μόνο, διότι γύρω τριγύρω υπάρχουν χαρτιά, χαρτιά, χαρτιά και... χαρτιά. Α ναι, στη γωνία του υπάρχουν σε σειρά, όλες οι πιθανές εκδοχές του καφέ, μαζί με ένα γεμάτο τασάκι. Καφές τελειωμένος από το μεσημέρι σε πλαστικό, καφές δεύτερος, ετοιμασμένος στην αγαπημένη σου κούπα, κανά δυο τσαλακωμένα κουτάκια χυμών, με τελευταία προσθήκη την ενισχυμένη (5-0 αναλογία καφέ/ζάχαρης), κακοχτυπημένη και συνοδευόμενη με 3-4 παγάκια, εκδοχή φραπέ, την οποία εσύ ονομάζεις ''το ρόφημα του Ρόκυ Μπαλμπόα''. Στα ακουστικά σου παίζει ανελέητα playlist από τα κλαμπάκια της Ίμπιζα για να σε κρατά στην τσίτα. Εσύ απλά κάνεις ανελέητες σημειώσεις, ή και σκονάκια, κοιτάζοντας ανά δέκα λεπτά την ώρα. «Σε 7 ώρες γράφω, σιγά, παιχνιδάκι όλα, θα τους σκίσω να 'ουμ»... Το μεγαλύτερο ψέμα. Και συ το μεγαλύτερο κορόιδο.
Το πρωινό ξύπνημα
Το ξυπνητήρι σου χτυπά στους ήχους του «Beautiful Day» των U2. Ο Bono δεν σε ενοχλεί, ίσα ίσα σε βοηθά να ξυπνήσεις στην ώρα σου και με την πρώτη. Σηκώνεσαι, ετοιμάζεσαι, ρίχνεις μια τελευταία ματιά στις σημειώσεις τις οποίες πάνω κάτω θυμάσαι απ' έξω και ξεκινάς από το σπίτι έχοντας εφοδιαστεί με όλα τα απαραίτητα. Κλειδιά, κινητό, λεφτά, πάσο και ένα στυλό... Φτάνεις στη σχολή, χαμογελαστός, κρατώντας τον καφέ στο χέρι. Χαιρετάς σαν βλαχοδήμαρχος όλους τους συμφοιτητές σου, ενώ περπατάς με έναν Ναπολεόντειο αέρα δίπλα τους. «Τα γατάκια...» σκέφτεσαι, καθώς πηγαίνεις να πιάσεις την καλύτερη θέση στο αμφιθέατρο...
έτσι θα έπρεπε να γινόταν τουλάχιστον...
Σε έχει πιάσει η μέση σου και σε χτυπάει αλύπητα η «ουρά» σου. Αυτό καταλαβαίνεις όταν ανοίγεις τα μάτια σου συνειδητοποιώντας πως έχεις κοιμηθεί στην καρέκλα σου έχοντας για μαξιλάρι το βιβλίο του Δικαίου στη σελίδα που σταμάτησες να προσέχεις πριν σε πάρει ο ύπνος. Από την ζαλάδα δεν παίρνεις πρέφα πως έχεις μείνει στην 48 σελίδα, ενώ σου μένουν άλλες 150 για να τελειώσεις την ύλη. Κοιτάς το ρολόι, ξεστομίζοντας το χειρότερο... «καντήλι» που έχει ακουστεί ποτέ στην ιστορία ενώ λίγα δευτερόλεπτα αργότερα αναδεικνύεις τα ταλέντα σου στην ακροβασία. Το ένα χέρι σου προσπαθεί να σε ντύσει, ενώ με το άλλο βουρτσίζεις τα δόντια σου. Πλένεσαι, αλλά η κακοποιημένη από το ξενύχτι μούρη σου, μαρτυρά πως έχει φάει τουλάχιστον ξύλο από δέκα άτομα. Φεύγεις βιαστικά από το σπίτι ξεχνώντας κλασικά το στυλό σου. Στη σχολή φτάνεις κακήν κακώς, σπρώχνοντας στη στάση του λεωφορείου τον κόσμο για να περάσεις. Ο καφές που έχεις στο χέρι σου αποτελεί παρελθόν γιατί τον έχεις ρουφήξει ήδη από πριν σε τρεις κινήσεις. Μπαίνεις τρομαγμένος στο αμφιθέατρο και δεν χαιρετάς κανέναν, απλά κάθεσαι πίσω περιμένοντας τον καθηγητή να σε ξυπνήσει με τη φωνή του...
Η έξοδος
Έχεις τελειώσει σχετικά γρήγορα, αλλά όχι από τους πρώτους. Με το που βγαίνεις από το αμφιθέατρο, το λαμπερό σου χαμόγελο συγκεντρώνει όλα τα βλέμματα και ευθύς όλος ο περίγυρος μαζεύεται γύρω σου ρωτώντας σε ακατάπαυστα «Πως τα πήγες». Εσένα αυτό δε σε ενοχλεί διόλου και με ύφος τηλεοπτικού σταρ, απαντάς με περισσή αυτοπεποίθηση σαν να δίνεις συνέντευξη. Όταν ικανοποιήσεις και τον τελευταίο... δημοσιογράφο, παίρνεις τηλέφωνο τους δικούς σου, τους λες ένα απλό «Μάνα, πατέρα, σκίσαμε» και πηγαίνεις σπίτι να χαλαρώσεις και να φτιάξεις κάτι πρόχειρο να φας, ώστε να ξεκινήσεις την προετοιμασία για το δεύτερο μάθημα. Ευκολάκι θα είναι και αυτό...
στην άλλη πλευρά...
Βγαίνεις με ύφος «Τάκη Τσουκαλά». Το «άντε γειά» είναι ζωγραφισμένο στο πρόσωπό σου. Επειδή έχεις άγνοια κινδύνου στήνεις αυτί να ακούσεις τον αριστούχο του έτους σου να δίνει τις απαντήσεις παραδίπλα, αλλά μετά από 6 δευτερόλεπτα απομακρύνεσαι γιατί εντοπίζεις πως στο πρώτο θέμα τα έκανες όλα μαντάρα. Βγάζεις από το πακέτο ένα τσιγάρο αλλά δεν προλαβαίνεις να το ανάψεις γιατί παράλληλα κλείνεις για 12η φορά το τηλέφωνο στη μάνα σου, την οποία κρατάς σε αναμμένα κάρβουνα από το πρωί. Βλέπεις εκείνη δεν ξέρει καν αν ξύπνησες για να πας να δώσεις. Συναντάς δυο φιλαράκια σου και κλαίτε μαζί... Για κανά πεντάλεπτο, μέχρι να δώσετε όρκο πως θα τα πάτε καλύτερα στη συνέχεια. Πριν απομακρυνθείς από τη σχολή, οδεύοντας προς την καφετέρια για χαλαρό καφεδάκι και για ψηστήρι στη Σούλα από το πρώτο έτος, θυμάσαι πως πρέπει να επιστρέψεις το στυλό στον κακομοίρη που σου τον δάνεισε μέσα στο αμφιθέατρο. Ναι αυτόν που έρχεται σαν βλάκας με ολόκληρη κασετίνα. Στέλνεις SMS στους δικούς σου λέγοντας ''Ευκολάκι, το χουμε'', βάζεις το κινητό στο αθόρυβο και συνεχίζεις τη μέρα σου...
Όλοι όσοι έχουμε θητεύσει η θητεύουμε σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα έχουμε βρεθεί υπό το καθεστώς και των δυο περιπτώσεων. Συνήθως, ο «σταρχιδισμός» εντοπίζεται κυρίως στα πρώτα δύο, άντε τρία έτη, μέχρι να βαρεθούμε την ιδια μας τη ζωή, δίνοντας και ξαναδίνοντας τα ίδια μαθήματα. Όπως και να έχει, η εξεταστική είναι μια εμπειρία όπως ο στρατός. Ο καθένας μας έχει από ένα (η πολλά) ευτράπελα να διηγηθεί και τα καμώματά του θα του μείνουν χαραγμένα στη μνήμη του...
Καλή εξεταστική σε όσους γράφουν και να είστε όλοι καλά αδέρφια. Και να θυμάστε. Το Σεπτέμβρη, πολλοί εμίσησαν, το πεντάρι ουδείς!